Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2011

Ελληνικό το όνομα του Θεού της Βίβλου;

Ελληνικό το όνομα του Θεού της Βίβλου;
Απορώ και εξίσταμαι πώς ορισμένοι κύριοι (γνωστοί για την εχθρότητά τους στον χριστιανισμό) παραδίδουν τον Θεό όλων των ανθρώπων σε ένα συγκεκριμένο λαό και μάλιστα Του παραχωρούν και ειδικό όνομα το οποίο δεν υπάρχει πουθενά στην Αγία Γραφή!.. Και να σκεφτεί κανείς ότι το μοναδικό όνομα που δέχεται ο Θεός για τον εαυτό Του είναι το ελληνικό όνομα «Κύριος» και κανένα άλλο!..



«και το όνομά μου Κύριος ουκ εδήλωσα αυτοίς» (Εξοδος. ΣΤ΄3)

ΕΠΕΙΔΗ τελευταίως η αντιχριστιανική προπαγάνδα παίρνει την μορφή χιονοστιβάδας με όλες αυτές τις αιρετικές οργανώσεις, που έχουν κατακλύσει την Ελλάδα, κάποιοι κύριοι, στην προσπάθειά τους να κάνουν μισητή στον κόσμο την Αγία Γραφή – και δη την Παλαιά Διαθήκη-, δεν διστάζουν να παραποιήσουν ακόμη και τα κείμενά της με διάφορες αυθαίρετες και αστήρικτες θεωρίες οι οποίες όχι μόνον δεν έχουν σχέση με τα γραφόμενα της Βίβλου, αλλά σου δημιουργούν την αίσθηση ότι όλοι έχουμε υποστεί μία ομαδική παράκρουση και οι μόνοι οι οποίοι έχουν δίκιο είναι όλοι αυτοί οι άθεοι, αντίχριστοι και αιρετικοί.
 Ευθύς εξ αρχής θέλω να τονίσω ότι δεν βάζω τον εαυτό μου στο απυρόβλητο. Με τόσα πολλά που έχω γράψει και που έχω πει είναι λογικό να έχω κάνει και λάθη. Και ασφαλώς θα έχω κάνει λάθη. Όταν χτίζεις ένα σπίτι και λάσπη θα σου χυθεί και πέτρες θα σου σπάσουν. Όμως, ο βασικός στόχος της αρθρογραφίας μου είναι η ενίσχυση του εθνικοθρησκευτικού φρονήματος των Ελλήνων και η σφυρηλάτηση του υπέρλαμπρου Ελληνοχριστιανικού ιδεώδους! Αυτός και ο λόγος που ο κοσμαγάπητος Πρωτοπρεσβύτερος πατήρ Γεώργιος Μεταλληνός, Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών αισθάνθηκε την ανάγκη να με συγχαρεί δημοσία για την αρθρογραφία μου στην εφημερίδα «Άλφα-Ένα».
 Παρά ταύτα, για να έρθουμε στο θέμα μας, που είναι το πραγματικό όνομα του Θεού, κάποιοι κύριοι, είτε από άγνοια είτε από σκοπιμότητα, διαδίδουν ότι ο Θεός που διδαχθήκαμε επί τόσα χρόνια είναι «ο Θεός των Εβραίων» και όχι ο πραγματικός Θεός, λες και ο Θεός του Σύμπαντος κόσμου είναι διαφορετικός σε κάθε λαό και όχι ένας και μοναδικός, Μάλιστα, για να παρασύρουν τον κόσμο, λένε πώς η ονομασία του Θεού είναι «Γιαχβέ» ή «Ιεχωβάς» και πως ο ίδιος θέλησε να δώσει στον εαυτό Του αυτό το όνομα!!
 Ομολογώ ότι στα 60 χρόνια που ζω, τόσα ασύστολα ψεύδη ουδέποτε είχα ξανακούσει. Ήρθε, όμως, η ώρα να αποκατασταθεί η αλήθεια:
 Ο όρος «Γιαχβέ» ή «Ιεχωβάς», κατά την Μετάφραση των Εβδομήκοντα, δεν υπάρχει πουθενά στην Αγία Γραφή! Από πού έως πού, λοιπόν, όλοι αυτοί οι κύριοι ισχυρίζονται ότι ο Θεός επέλεξε για τον εαυτό Του ένα εβραϊκό όνομα;
Ο Θεός, για να μάθουν όλοι αυτοί οι πολέμιοι της Βίβλου, το μόνο όνομα που επέλεξε για τον εαυτό Του είναι το όνομα «Κύριος» και κανένα άλλο. Το λέει ο ίδιος ξάστερα και καθαρά: 
 -- «και το όνομά μου Κύριος ουκ εδήλωσα αυτοίς» (Εξοδος. ΣΤ΄3)

ΤΟ ΥΠΟΤΙΘΕΜΕΝΟ «ΤΕΤΡΑΓΡΑΜΜΑΤΟ»

Πολλοί, για να δικαιολογήσουν τους ισχυρισμούς τους, λένε ότι ο Γιαχβέ είναι ο Θεός των Εβραίων και πως αποκαλύφθηκε στον Μωϋσή με τη μορφή του «Τετραγράμματου» YHWH, των τεσσάρων εβραϊκών συμφώνων από τα οποία προέκυψε το όνομα Γιαχβέ.
 Πιο αναλυτικά, όπως ισχυρίζονται ορισμένοι, το όνομα «Γιαχβέ» είναι το πιο επίσημο όνομα του θεού του Ισραήλ, το οποίο αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη. Σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη, ακούστηκε από τον Θεό (διαμέσου του Μωυσή) στο όραμα της «καιόμενης βάτου» στο όρος Χωρήβ (Έξοδ. γ’ 13)
 Κοντολογίς, όταν ο Μωυσής στάλθηκε από τον Θεό για να απελευθερώσει τον λαό του από τη δουλεία της Αιγύπτου, ζήτησε να μάθει το όνομά Του, για να το αναγγείλει στους συμπατριώτες του. Ο Θεός έδωσε στον εαυτό του το όνομα Ιεχωβά, το οποίο αποτελεί κυρίως περιγραφή της ουσίας και των ιδιοτήτων του. Δηλώνει τον κατεξοχήν όντα, το απόλυτο ον, τον αυθύπαρκτο και τον αιώνια υπάρχοντα. Για τον εβραϊκό λαό είχε ιδιαίτερη σημασία η αποκάλυψη του ονόματος στη συγκεκριμένη περίσταση, αφού έπειτα από λίγο έμελλε να συναφθεί η διαθήκη (συμφωνία) μεταξύ του λαού και του Θεού. Έτσι, ο λαός θα ήταν βέβαιος για την αξιοπιστία του αιώνιου και αναλλοίωτου Θεού. Την εγγύηση αυτή έδινε το νέο όνομα Ιεχωβά, το οποίο υποδήλωνε την ιδιάζουσα αμοιβαία σχέση μεταξύ του Θεού και του περιούσιου λαού του. 
 Μη λησμονούμε το γεγονός, ότι οι ερμηνείες που δίνονται από μερικούς νεότερους ερμηνευτές χαρακτηρίζονταν αβέβαιες, οι δε ερμηνείες του ονόματος Ιεχωβά είναι τόσες πολλές όσοι και οι ερμηνευτές: Θέλετε μερικά παραδείγματα; Σημειώστε:
 Το όνομα Ιεχωβά ήταν τόσο ιερό για τους Ισραηλίτες ώστε οι παλαιότεροι απέφευγαν να το μεταχειρίζονται στην επικοινωνία τους με τους ξένους, επειδή πίστευαν ότι έτσι βάζουν το όνομα του Θεού σε βέβηλα στόματα. 
 Οι μεταγενέστεροι Ιουδαίοι, εξαιτίας υπερβολικής ευλάβειας, απέφευγαν να το προφέρουν· αντί γι’ αυτό χρησιμοποιούσαν τα Αδωνάι (Κύριος) και Ελωχίμ (Θεός).
 Οι Εβδομήκοντα, που γνώριζαν τα ελληνικά καλύτερα από όλους μας, το απέδιδαν συνήθως με το όνομα: «Κύριος». 
 Οι Μασορίτες, εξάλλου, έστιξαν αυτό με τα φωνήεντα του Αδωνάι και Ελωχίμ, απ’ όπου έχει επικρατήσει η μορφή ιεχωβάιεχωβεί. 
 Η ορθή όμως προφορά, που έχει επικρατήσει σήμερα στην επιστήμη, είναι Γιαχβέ. 
 Η προφορά αυτή στηρίζεται στην ετυμολογία του ονόματος αλλά και στις μαρτυρίες του Θεοδώρητου, ο οποίος βεβαιώνει ότι οι Σαμαρείτες πρόφεραν το όνομα Γιαχβέ.

ΤΙ ΛΕΕΙ ΑΚΡΙΒΩΣ Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ

Για να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους, ας διαβάσουμε καλύτερα τι λέει ακριβώς η Αγία Γραφή:
 «ΚΑΙ Μωυσής ην ποιμαίνων τα πρόβατα Ιοθόρ του γαμβρού αυτού του ιερέως Μαδιάμ και ήγαγε τα πρόβατα υπό την έρημον και ήλθεν εις το όρος Χωρήβ. Ώφθη δε αυτώ άγγελος Κυρίου εν πυρί φλογός εκ του βάτου, και ορά ότι ο βάτος καίεται πυρί, ο δε βάτος ου κατεκαίετο (…)
 Και είπε Μωυσής προς τον Θεόν τις ειμι εγώ, ότι πορεύσομαι προς Φαραώ βασιλέα Αιγύπτου, και ότι εξάξω τους υιούς Ισραήλ εκ γης Αιγύπτου; Είπε δε ο Θεός Μωυσής λέγων 
 Ότι έσομαι μετά σου , και τούτο σοι το σημείον, ότι εγώ σε εξαποστέλλω εν τω εξαγαγείν σε τον λαόν μου εξ Αιγύπτου και λατρεύσετε τω Θεώ εν τω όρει τούτω.» (Εξοδος Γ΄, 1-13) 
 Ερώτημα: Από πού έως πού, φίλοι αναγνώστες και φίλες αναγνώστριες, η φράση «και τούτο σοι το σημείον» ερμηνεύεται ως … τετραγράμματη γραφή και όλα εκείνα τα αστήρικτα και ανιστόρητα στοιχεία, από τους πάσης φύσεως θεωρητικολογούντες;
 Στο Θεό, που πιστεύουμε: Είναι δυνατόν μία φράση, που ομιλεί για ένα σημείο που δείχνει ο Θεός στον άνθρωπο να ερμηνεύεται –ντε και καλά- ως … τετραγράμματη γραφή YHWH, χωρίς αυτό να μνημονεύεται πουθενά; Κι αφού δεν υπήρχαν φωνήεντα, πώς μιλάμε για Γιαχβέ ή Ιεχωβά;
 Το είπε – λέει - ο Θεοδώρητος ο Κύρρου. 
 Μα, ο Θεοδώρητος ο Κύρρου ήταν αναντίρρητα ένας πολύ μεγάλος εκκλησιαστικός συγγραφέας, αλλά αιρετικός. Θέλετε το βιογραφικό του σημείωμα; Διαβάστε το:
 «Θεοδώρητος Κύρου (Αντιόχεια, Συρία 393; – Κύρος, Συρία 466;). Εκκλησιαστικός συγγραφέας. Έγινε επίσκοπος Κύρου Συρίας (423) παρά τη θέλησή του και διακρίθηκε για τους αγώνες του κατά της διδασκαλίας του Απολλινάριου. Ήταν φίλος του Νεστόριου, του οποίου την καταδίκη αρνήθηκε να υπογράψει στην Γ’ Οικουμενική Σύνοδο (Έφεσος 431), και ήρθε σε σύγκρουση με τον Κύριλλο της Αλεξάνδρειας. Έλαβε μέρος στην Δ’ Οικουμενική Σύνοδο που καταδίκασε τον Νεστόριο, αλλά η Ε’ Σύνοδος καταδίκασε τα έργα του ως αιρετικά (υπόθεση των Τριών Κεφαλαίων). Γόνιμος συγγραφέας, ερμήνευσε πολλά έργα (ψαλμούς, επιστολές του Παύλου κ.ά.) κυρίως με το σύστημα της αντιοχειανής σχολής, της οποίας ήταν ο κυριότερος εκπρόσωπος. Έγραψε επίσης αναίρεση των 12 αναθεματισμών του Κυρίλλου για τον Νεστόριο, για την ενανθρώπιση του Κυρίου, κατά αιρετικών, ιστορία (323-429) και αποτέλεσε σημαντική πηγή για την Εκκλησία Αντιόχειας.» (1)

«ΦΙΛΟΣ ΜΕΝ ΠΛΑΤΩΝ, ΦΙΛΤΑΤΗ ΔΕ Η ΑΛΗΘΕΙΑ»!..

Κυρίες και Κύριοι, για να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους, οι αρχαίοι μας πρόγονοι έλεγαν το περίφημο εκείνο: «Φίλος μεν Πλάτων, φιλτάτη δε η αλήθεια».
 Κάθε λαός έχει δικαίωμα να ονομάζει τον Θεό του όπως αυτός νομίζει. Κανείς, όμως, δεν νομιμοποιείται να αυθαιρετεί και να προπαγανδίζει ασύστολα τις όποιες θεωρίες του μόνον και μόνον για να πλήξει τον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία ή τον ευρύτερο χριστιανισμό.
 Ο Θεός της Αγίας Γραφής (Παλαιάς και Καινής Διαθήκης) έχει ένα όνομα, που το λέει ο ίδιος, κι αυτό το όνομα είναι ελληνικό: «Κύριος»!.. (2)
 Όσοι θέλουν, λοιπόν, να πληροφορηθούν τι σημαίνει το όνομα «Κύριος», δεν έχουν παρά ν’ ανοίξουν ένα οποιαδήποτε ελληνικό λεξικό και θα ενημερωθούν, ότι το όνομα Κύριος έχει την έννοια του κυρίαρχου των πάντων, ενώ ο όρος «κύριος» (από το ουσιαστικόν κύρος) είναι «αυτός που έχει δύναμη, εξουσία πάνω σε κάποιον, εξουσιαστής, κυρίαρχος (α. «ο στρατός είναι κύριος τής κατάστασης»· β. «θανάτου δε τον βασιλέα των συγγενών μηδενός είναι κύριον», Πλάτ.· γ. «πόλεων και τόπων, ων ήμέν ποτε κύριοι», Δημοσθ.)· 2. (ως επίθ. και ως ουσ.) αυτός που έχει κάτι στην κυριότητά του, ιδιοκτήτης, κάτοχος («ο κύριος τού οικοπέδου») κλπ., κλπ., κλπ». (3) 
 Πώς χαρακτηρίζονται, λοιπόν, όλοι εκείνοι που αποποιούνται τον ελληνικό όρο «Κύριος» και υιοθετούν το όνομα «Γιαχβέ» ή «Ιεχωβά»;
 Η απάντηση δική σας!..

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. Εγκυκλοπαίδεια «Δομή».
2. κύριος
-α, -ο, θηλ. και -ία (AM κύριος, -ία, -ον, θηλ. και -ος)· 1. αυτός που έχει δύναμη, εξουσία πάνω σε κάποιον, εξουσιαστής, κυρίαρχος (α. «ο στρατός είναι κύριος τής κατάστασης»· β. «θανάτου δὲ τὸν βασιλέα τῶν συγγενών μηδενὸς εἶναι κύριον», Πλάτ.· γ. «πόλεων καὶ τόπων, ὧν ἧμέν ποτε κύριοι», Δημοσθ.)· 2. (ως επίθ. και ως ουσ.) αυτός που έχει κάτι στην κυριότητά του, ιδιοκτήτης, κάτοχος («ο κύριος τού οικοπέδου»)· 3. σημαντικός, ουσιώδης, βασικός, θεμελιώδης (α. «οι γυναίκες είναι η κύρια αιτία τής καταστροφής του»· β. «τὰς μὲν δίκας... καὶ τὰς διαίτας ἐποιήσατε κυρίας εἶναι», Ανδοκ.· γ. «κυριώτερα μέρη τοῡ σώματος», Φιλόστρ.)· 4. αυτός που λέγεται με κυριολεξία, κυριολεκτικός («η κύρια σημασία τής λέξης»)· 5. (το αρσ. και θηλ. ως ουσ.) ο κύριος, η κυρία· τιμητική προσηγορία ή προσφώνηση σε θεούς, αυτοκράτορες, ηγεμόνες, εκκλησιαστικούς άρχοντες και γενικά ως ένδειξη σεβασμού («οι κύριοι βουλευτές παρακαλούνται να μην διακόπτουν τον ομιλητή»)· 6. (το αρσ. ως ουσ.) α) δεσπότης, οικοδεσπότης («οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν», ΚΔ)· β) σύζυγος ή πατέρας· 7. (το θηλ. ως ουσ.) α) η σύζυγος τού οικοδεσπότη, η οικοδέσποινα· β) τιμητική προσαγόρευση παντρεμένης γυναίκας («ὁ πρεσβύτερος, ἐκλεκτῇ κυρίᾳ καὶ τοῑς τέκνοις αὐτῆς», ΚΔ)· 8. (το αρσ. ως κύριο όν.) ο Κύριος· α) ο Θεός («χαῑρε, κεχαριτωμένη· ὁ Κύριος μετὰ σοῡ», ΚΔ)· β) ο Ιησούς Χριστός («μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθης ἐν τῇ βασιλείᾳ σου», ΚΔ)· 9. (φρ.) «κύριο όνομα»· το ιδιαίτερο όνομα το οποίο γράφεται με αρκτικό κεφαλαίο γράμμα και με το οποίο ένα ορισμένο πρόσωπο, ζώο ή πράγμα διακρίνεται από άλλα ομοειδή («τῷ τε κυρίῳ αὐτοῡ ὀνόματι προσθέντες Ἀφρικανὸν ἐκάλεσαν ἀφ' ἑαυτῶν», Ηρωδιαν.)· || (νεοελλ.) 1. (το αρσ. και θηλ. ως ουσ.) α) σοβαρός και αξιοπρεπής άνθρωπος (α. «είναι καθώς πρέπει κύριος»· β. «φέρθηκε σαν κυρία»)· β) ο δάσκαλος, η δασκάλα («θα τό πω στον κύριο»)· 2. (φρ.) α) «πρώτο και κύριο»· πρωτίστως· β) «είναι κύριος τού εαυτού του». i) είναι αυτεξούσιος, είναι ανεξάρτητος· ii) μπορεί να συγκρατήσει τον εαυτό του· γ) «κύρια πρόταση»· πρόταση η οποία εκφέρεται μόνη της ή συνδέεται κατά παράταξη με άλλη ή με άλλες προτάσεις, σε αντιδιαστολή με τη δευτερεύουσα ή εξαρτημένη πρόταση· δ) «Κύριος οίδε»· είναι άγνωστο· ε) «Θεέ και Κύριε» ή «Κύριε τών Δυνάμεων»· ως έκφραση απορίας και κατάπληξης· στ) «Κύριε, ελέησον»· λέγεται για δήλωση μεγάλης απορίας· ζ) «απεδήμησε εις Κύριον»· πέθανε· η) «Σοί, Κύριε»· λέγεται σε περιπτώσεις απόλυτης υποταγής· θ) «θου, Κύριε, φυλακήν τω στόματι μου»· λέγεται από κάποιον που προσπαθεί να συγκρατήσει τον εαυτό του για να μην εκστομίσει βαριά φράση ή μομφή· 3. (παροιμ.) «το πολύ το "Κύριε, ελέησον" τό βαριέται κι ο θεός» ή «το πολύ το "Κύριε ελέησον" τό βαριέται και ο παπάς»· όταν κάτι επαναλαμβάνεται συχνά, έστω κι αν λέγεται προς τιμήν κάποιου, καταντά ανιαρό· || (μσν.) 1. (το αρσ. και θηλ. ως ουσ.) ο βασιλιάς, ο άρχοντας· 2. (το θηλ. ως κύριο όν.) η Κυρία· η Παναγία· 3. (φρ.) α) «εἶμαι κύριος τοῡ εαυτού μου»· ορίζω τον εαυτό μου· β) «κάτοχος τῶν νηῶν»· καπετάνιος· || (αρχ.) 1. έγκυρος («κύρια τελοῡντες τὰ τούτων δόγματα», Πλάτ.)· 2. θεμιτός, νόμιμος· 3. (για χρόνο) προσδιορισμένος, ορισμένος («ἡ κυρίη ἡμέρη ἐγένετο τῆς ὑποκρίσιος», Ηρόδ.)· 4. φυσικός, πραγματικός («ἡ κυρία ἀρετή», Αριστοτ.)· 5. συνηθισμένος, κοινός («ἅπαν δὲ ὄνομά ἐστιν ἢ κύριον ἢ γλῶττα ἢ μεταφορά... λέγω δὲ κύριον μὲν ᾧ χρῶνται ἕκαστοι», Αριστοτ.)· 6. (το αρσ. ως ουσ.) επίτροπος, επιμελητής (α. «γυναῑκα ἔλαβεν ἐκ τῆς Ἑλλάδος τῶν κυρίων διδόντων», Δίων Χρυσ.· β. «κύριος γεγενημένος τούτου», Μέν.)· 7. (το θηλ. ως ουσ.) α) δύναμη, ισχύς, κυριαρχία· β) εξουσία, δικαίωμα κατοχής («ἡ σύγκλητος... ἔχει τὴν τοῡ ταμείου κυρίαν», Πολ.)· γ) προσαγόρευση γυναίκας που είχε υπερβεί το δέκατο τέταρτο έτος τής ηλικίας της· 8. (το ουδ. ως ουσ.) τὸ κύριον· η δύναμη που κυβερνά, που έχει την εξουσία σε μια πολιτεία («τί δεῑ τὸ κύριον εἶναι τῆς πόλεως... τὸ πλῆθος ἢ τοὺς πλουσίους», Αριστοτ.)· 9. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τἀ κύρια· οι ανώτατες αρχές («τὰ τῆσδε γῆς κύρια», Σοφ.)· 10. (το ουδ. πληθ. υπερθ. ως ουσ.) τὰ κυριώτατα· τα σπουδαιότερα όργανα τού σώματος· 11. (φρ.) α) «κύριος μήν»· ο ένατος μήνας τής εγκυμοσύνης· β) (στην Αθήνα) «κυρία ἐκκλησία»· η νόμιμη και καθορισμένη εκκλησία τού δήμου κατά την οποία κυρώνονταν τα ψηφίσματα. Επίρρ. κυρίως και κύρια (AM κυρίως)· 1. κατ' εξοχήν, πρωτίστως («μάς ενδιαφέρει κυρίως να μάθουμε ποια είναι η αιτία»)· 2. (για λέξεις) με την κύρια σημασία, κυριολεκτικά («ἡ γὰρ λέξις αὕτη τοῡτο σημαίνει κυρίως», Πολ.)· || (νεοελλ.) προπάντων, ιδίως· || (αρχ.) 1. με τρόπο που αρμόζει σε κύριο, σε αφέντη, με πλήρη εξουσία («τὰς τε πόλεις τὰς Ἑλληνίδας οὕτω κυρίως παρείληφεν ὥστε τὰς μὲν αὐτῶν κατασκάπτειν», Ισοκρ.)· 2. με βεβαιότητα, με σιγουριά· 3. κανονικά, ομαλά, νόμιμα, δίκαια («ὧν ὁ κλῆρος γιγνέσθω κυρίως», Πλάτ.)· 4. με ακρίβεια, ορθά («εἰ μέλλεις τελέως γυμνασάμενος κυρίως διόψεσθαι τὸ ἀληθές», Πλάτ.)· 5. με εξαιρετική σημασία.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. κύρ-ιος ανάγεται στη μηδενισμένη βαθμίδα *ku-r- (παρεκτεταμένη με -r-) τής ΙΕ ρίζας *keu- «φουσκώνω». Ο τ. *κῦρ-ος αντιστοιχεί ακριβώς με αρχ. ινδ. śura-, αβεστ. sūra «ισχυρός, γενναίος». Ο τ. κύριος συνδέεται με αρχ. ινδ. saavīra- «ισχυρός», ουαλ. cawr «γίγαντας» καθώς και με το κυῶ*, παρά τη διαφορά τής σημασίας τους. Στους πρώτους χριστιανικούς χρόνους σχηματίστηκε ο τ. κύρις (< κύριος με συγκοπή τού -ο- τής κατάληξης -ιος (πρβλ. και Αντώνιος > Αντώνις, Βασίλειος > Βασίλεις) που αργότερα γράφηκε κύρης κατά τα ουσ. σε -ης (τύπος: ναύτης). Οι τ. κύρος / κυρός < κύροι < κύριοι, με απλοποίηση τών αλλεπάλληλων / ii / = -ιοι), ενώ το θηλ. κυρά < κύρα < κυρία (ο τονισμός πιθ. αναλογικά προς το πεθερά). Ο τ. κύριος χρησιμοποιήθηκε αρκετά νωρίς ως τιμητική προσφώνηση τού θεού, τών Ρωμαίων και Βυζαντινών αυτοκρατόρων, καθώς και γονέων, δήλωνε δηλ. προσφώνηση σεβασμού προς τα αντίστοιχα πρόσωπα. Στη Νέα Ελληνική ο τ. κύριος χρησιμοποιείται αφ' ενός με σημ. «εξουσιαστής, κυρίαρχος» και αφ' ετέρου ως προσφώνηση ανδρών. Ο τ. κυρ (< κύρι, κλητ. τού κύρις, με σίγηση τού ληκτικού -ι, < κύριος) χρησιμοποιείται σε ένδειξη οικειότητας πριν από βαπτιστικό όνομα («κυρ Κώστα») και πριν από ουσ. που δηλώνουν αξίωμα ή επάγγελμα («κυρ λοχία», «κυρ δάσκαλε»)].
ΠΑΡ. κυριακός, κυριεύω, κυριότητα (-ότης), κυρώνω (κυρώ)· (αρχ.) κύρειος, κυριώδης· (αρχ.-μσν.) κυριώ· (μσν.) κυριοσύνη· (μσν.-νεοελλ.) Κυριακή.
ΣΥΝΘ. (Α' συνθετικό) κυριαρχία· (αρχ.) κυριοπρασία, κυριοτόκος, κυριοφόρος· (αρχ.-μσν.) κυριοκτόνος, κυριόλεκτος, κυριολογώ· (μσν.) κυριάρχης, κυριέγκλειστος, κυριόδουλος, κυριοεργός, κυριοκλησίαι, κυριοκράτωρ, κυριομήτωρ, κυριώνυμος· (μσν.-νεοελλ.) κυριαρχώ· (νεοελλ.) κυρίαρχος. (Β' συνθετικό) (αρχ.) δεκατοκύριος, μετακύριος, παντακύριος, φιλοκύριος· (νεοελλ.) συγκύριος]. (Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσας, Εκδόσεων Παπύρου)
3. Κάτι ήξερε γι’ αυτό ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης που μιλούσε για τον «Θεό της Ελλάδος», τον οποίον έσπευσαν να απαρνηθούν διάφοροι ανώτατοι πολιτειακοί παράγοντες του παρελθόντος, λέγοντες πως «δεν υπάρχει Θεός της Ελλάδος»!…
Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου